Πριν μιλήσουμε για την Αρτηριακή Υπέρταση, καλό θα ήταν να μιλήσουμε για την Αρτηριακή Πίεση. Τί είναι; Γιατί έχουμε πίεση στα αγγεία μας;
Τα αγγεία φιλοξενούν το αίμα, το οποίο βρίσκεται σε συνεχή κίνηση. Η λειτουργία της καρδιάς ως αντλία θετει το αίμα σε ροή. Από την καρδιά πηγαίνει στις μεγάλες κεντρικές αρτηρίες (αυτές που είναι κοντά στην καρδιά) κι από εκεί σε όλο και μικρότερες αρτηρίες, που καταλήγουν στα τριχοειδή, δηλαδή σε πολύ μικρά αγγεία στα όργανα και στα άκρα, εκεί που γίνεται η οξυγόνωση των ιστών. Από εκεί το αίμα ξεκινάει την επιστροφή του στην καρδιά, από μικρά φλεβίδια, σε μεγαλύτερες φλέβες και τελικά στις μεγάλες φλέβες που φέρνουν το αίμα στην καρδιά.
Επομένως ισχύουν όλοι οι κανόνες περί ροής των υγρών. Το αίμα έχει ταχύτητα, τα αγγεία έχουν ποικίλη διάμετρο και κατά την ροή δημιουργείται πίεση. Το σύστημα των φλεβών είναι σύστημα χαμηλής πίεσης. Το σύστημα των αρτηριών είναι σύστημα υψηλότερης πίεσης. Το αίμα φεύγει από την καρδιά στις μεγάλες κεντρικές αρτηρίες με μια αρχική τιμή πίεσης (Κεντρική Αρτηριακή Πίεση). Αυτή η τιμή αυξάνεται όσο το αίμα πηγαίνει μακρύτερα από την καρδιά, καθώς περιφερειακά οι αρτηρίες γίνονται στενότερες (Περιφερική Αρτηριακή Πίεση).
Στα τριχοειδή βρισκόμαστε στο μικροσκοπικό επίπεδο. Οι κανόνες της φυσικής φυσικά ισχύουν κι εκεί, αλλά σε άλλη τάξη μεγεθών. Η Αρτηριακή Πίεση που συνήθως μετράμε, δηλαδή η πίεση στον βραχίονα, είναι η Περιφερική Αρτηριακή Πίεση, η οποία είναι και το μέγεθος αναφοράς για την καταμέτρηση της Αρτηριακής Πίεσης. Η Κεντρική Αρτηριακή Πίεση αποκτά όλο και μεγαλύτερο ενδιαφέρον και φαίνεται να έχει το ρόλο της στην Αρτηριακή Υπέρταση. Πλέον υπάρχουν τρόποι να καταμετρηθεί χωρίς τη διενέργεια αιματηρής επέμβασης. Μέχρι πρόσφατα όμως μετρούνταν με καθετηριασμό, οπότε η καταμέτρησή της γίνονταν μόνο σε ειδικές περιπτώσεις.